Η καθιέρωση του κοινού εορτασμού των Τριών Ιεραρχών, Βασιλείου του Μεγάλου, Γρηγορίου του Θεολόγου και Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ως οικουμενικών διδασκάλων της Εκκλησίας ανάγεται στον ια΄ αιώνα, πιθανώς επί της Βασιλείας του Αλεξίου Α’ Κομνηνού. Ως εορτή των ελληνικών γραμμάτων καθιερώθηκε επισήμως από τη Σύγκλητο του Πανεπιστημίου Αθηνών το ακαδημαϊκό έτος 1843‐44.
Oι Τρείς Ιεράρχες έζησαν το β’ μισό του 4ου αιώνα, την εποχή της ύστερης αρχαιότητας. Η εποχή αυτή παρουσιάζει πολλά κοινά με τη σημερινή εποχή. Η ρωμαϊκή αυτοκρατορία ήταν ένα πολυπολιτισμικό κράτος. Η πολιτισμική ενοποίηση της Ανατολικής Μεσογείου και η ταχεία εξέλιξη στα γράμματα και στις επιστήμες, είχε οδηγήσει σε εξάπλωση του ελληνιστικού πολιτισμού. Παράλληλα υπήρχε όμως κρίση ταυτότητας, κρίση παραδοσιακών αξιών και κρίση στην οικογένεια.
Τα πολλαπλά κοινωνικά ηθικά και πολιτιστικά διλήμματα της εποχής τους, οι Άγιοι αυτοί Πατέρες της Εκκλησίας μας τα αντιμετώπισαν με την Παιδεία ως παιδαγωγία που αφορά την ουσία της ζωής, την καταξίωση του ανθρώπου ως ανθρώπου, την πορεία προς το Θεό, τη θέωση. Η γνώση για τους Τρεις Ιεράρχες ήταν το μέσο για την αύξηση της εμπειρίας της αλήθειας. Δεν προσκολλήθηκαν στη γνώση αυτή καθαυτή, αλλά την είδαν χρηστικά για το καλό του ανθρώπου.
Οι Τρεις Ιεράρχες μέσα από τη ζωή και το έργο τους μας διδάσκουν και μας προσφέρουν το διαχρονικό πρότυπο ανθρώπου. Αποτελούν τα πρότυπα του διδασκάλου, του αρίστου διδασκάλου, όπως καθιερώθηκε στην παράδοση του Γένους μας. Σύμφωνα μ’ αυτή ο δάσκαλος πρέπει να διαθέτει γνώση αλλά και αρετή.
Με τη θεολογία τους οι Τρείς Ιεράρχες βοήθησαν τον ελληνισμό να διατηρήσει όλα τα θετικά του στοιχεία, την αλήθεια, το ενδιαφέρον για τα κοινά, την αγάπη για την αρετή και συνέδεσαν την επιστήμη με τις ανθρώπινες αξίες για την κατάκτηση της σοφίας. Μελέτησαν τους αρχαίους κλασικούς συγγραφείς και φιλοσόφους και κατόρθωσαν να συμφιλιώσουν το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα με την Χριστιανική Πίστη. Απέρριψαν τα ειδωλολατρικά στοιχεία και κράτησαν τις αρχές της διαλεκτικής σκέψης της ελληνικής παιδείας, ακολουθώντας τη συμβουλή του Αποστόλου Παύλου «να δοκιμάζουμε τα πάντα αλλά να κρατάμε το καλό».
Έστησαν έτσι γέφυρες ανάμεσα στο κλασικό και το σύγχρονο, ανάμεσα στη γνώση και την αρετή, ανάμεσα στην αναζήτηση της επιστημονικής αλήθειας και την πραγματική αλήθεια της αγάπης, ανάμεσα στη θεωρία και στην πράξη, τον Ελληνισμό και το Χριστιανισμό.
Αιμιλιανός Κ. Ευαγγελινός
Καθηγητής Πληροφορικής
Πολιτικό Στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας